ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ: ΕΥΧΗ Ή ΣΤΟΧΟΣ;

Η τοπική αυτοδιοίκηση πρέπει να αποτελεί τον κύριο εκφραστή και το βασικό εισηγητή της κοινωνικής πολιτικής.

Η αμεσότητα που διαθέτει με τον πολίτη και τις βασικές κοινωνικές ομάδες και δομές(οικογένεια, σχολείο, αθλητικές κοινότητες, πολιτιστικούς και άλλους κοινωνικούς συλλόγους, εκκλησία, δίκτυα εθελοντών), είναι το συγκριτικό πλεονέκτημά της για την επιτυχία της άνω αποστολής.

Η ιστορία όμως έχει δείξει ότι μέχρι σήμερα δεν εφαρμόζεται μια ολοκληρωμένη πρόταση κοινωνικής πολιτικής. Συνήθως η τοπική αυτοδιοίκηση πελαγοδρομεί, και αναπτύσσει αποσπασματικές δράσεις περιορισμένης αποτελεσματικότητας. Επί της ουσίας δε γνωρίζει ποιες πραγματικά ανάγκες υπάρχουν, πως ιεραρχούνται, καθώς και ποιοι πρέπει να είναι οι αποδέκτες των συνιστωσών πρωτοβουλιών μιας κοινωνικής πολιτικής. Όσο όμως λειτουργεί στον αέρα, με γενικά δεδομένα και εικασίες, οδηγείται στα εξής αδιέξοδα: αφενός αναπτύσσει πρωτοβουλίες κοινωνικής πολιτικής, τις οποίες ωστόσο δε γνωρίζει σε ποιους πρέπει να τις απευθύνει, οπότε πέφτουν στο κενό και αφετέρου αφήνει τεράστιο φάσμα αναγκών άθικτο, γιατί ακριβώς οι δήμοι δε γνωρίζουν την πραγματικότητα σε επίπεδο αναγκών και ελλείψεων.

Με αυτό τον τρόπο η άσκηση της διοίκησης στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής καθίσταται αναποτελεσματική.

Εάν σε αυτή την κατεστημένη αντιμετώπιση της κοινωνικής πολιτικής, που αποτελεί συμπεριφορά διαχρονική και υπερτοπική, συνυπολογίσει κανείς τη δεινή κατάσταση των τελευταίων ετών λόγω κρίσης, που οδηγεί σε έξαρση των κοινωνικών αναγκών από τη μια και περιορισμό των διατιθέμενων στους δήμους πόρων και μέσων από την άλλη, αντιλαμβάνεται κανείς δυο πράγματα: Πρώτον ότι περισσότερο από ποτέ αποτελεί επιτακτική ανάγκη η άσκηση μιας αποτελεσματικής κοινωνικής πολιτικής.

Δεύτερον ότι ο περιορισμός των κρατικών πόρων πρέπει να οδηγήσει με γρήγορα αντανακλαστικά στην εξεύρεση νέων μέσων και δομών για την υλοποίηση αυτού του οράματος.

Άλλωστε σύμφωνα με τη διοικητική μεταρρύθμιση, το βάρος της κοινωνικής πολιτικής πέφτει πρωτίστως στην τοπική αυτοδιοίκηση.

Πως όμως θα αφήσουμε τα ευχολόγια και θα προχωρήσουμε στην επίτευξη του στόχου μας;

Η κοινωνική πολιτική πρέπει να υλοποιείται από ένα οργανωμένο δίκτυο, μια καλοκουρδισμενη διαδικασία, στην οποία κάθε επί μέρους δράση θα έχει συγκεκριμένη στόχευση και θα επιφέρει συγκεκριμένο αποτέλεσμα.

Αφετηρία για τη δημιουργία αυτού του δικτύου αποτελεί η χαρτογράφηση της κοινωνικής πραγματικότητας. Να γνωρίζει δηλαδή ο κάθε δήμος τις ανάγκες που πρέπει να ικανοποιήσει, σε ποιες κοινωνικές ομάδες αφορούν καθώς και να προσπαθήσει να εξασφαλίσει την όσο το δυνατόν εξατομίκευση μιας τέτοιας αποτύπωσης. Να καταρτίσει δηλαδή ένα μητρώο όσων πρέπει άμεσα να περιβληθούν το πέπλο μιας κοινωνικής πολιτικής. Αυτή είναι μια διαδικασία σύνθετη και επίπονη, όμως εάν μπορέσει να ολοκληρωθεί, τότε το 50% του στόχου θα έχει επιτευχθεί.

Σε αυτή την προσπάθεια είναι καταλυτική η συνεργασία με όλους τους μαζικούς φορείς του δήμου καθώς και η ενημέρωση των πολιτών μέσω σχετικής εκστρατείας.

Μια παγίδα των εφαρμοζόμενων κατά καιρούς κοινωνικών πολιτικών είναι η προσπάθεια πρόσκαιρης ανακούφισης των αναγκών. Στόχος πρέπει να είναι η θεραπεία των προβλημάτων. Δε μπορούμε να εννοούμε ως κοινωνική πολιτική μόνο τη διανομή επιδομάτων, συσσιτίων, ένδυσης, δωρεάν υπηρεσιών. Για πόσο μπορεί να γίνεται αυτό; Για ένα χρόνο, δυο χρόνια, μια πενταετία; Και μετά; Πως οι δέκτες αυτών των απολαβών θα σταθούν στα πόδια τους και θα δρουν επί ίσοις όροις με τους υπολοίπους;

Για αυτό το λόγο κάθε δράση πρέπει να εντάσσεται σε μια γενικότερη διαδικασία μιας συγκεκριμένης στρατηγικής.

Η χάραξη της στρατηγικής είναι βασική παράμετρος σε αυτή την προσπάθεια: Η αποτύπωση του στόχου και της διαδρομής για την επίτευξη του. Κάτι τέτοιο περιορίζει δραματικά την απώλεια χρόνου και τις προσπάθειες που πέφτουν στο κενό.

Τόσο για τη χάραξη της στρατηγικής όσο και για την εφαρμογή της είναι απαραίτητη η κοινωνική διασύνδεση. Η καταγραφή των φορέων κοινωνικής προστασίας σε τοπικό και διαδημοτικό επίπεδο, η διασύνδεση τους γύρω από το δήμο και η οργάνωση τοπικής κοινωνικής διαβουλευσης θα εξασφαλίσει τόσο τη συμμετοχή των ομάδων που χρειάζονται τη συνδρομή του δήμου όσο και εκείνων που θα βοηθήσουν στην εφαρμογή της κοινωνικής πολιτικής.

Από αυτή την προσπάθεια δεν πρέπει να απουσιάζει η επιστημονική κατάρτιση. Η συνδρομή των επιστημόνων(νομικών, οικονομολόγων, κοινωνιολόγων, κοινωνικών λειτουργών κλπ) είναι αδιαπραγμάτευτη τόσο για τη χάραξη της καταλληλότερης κοινωνικής πολιτικής όσο και για την αποτελεσματικότερη εφαρμογή της.

Όπως ανέφερα παραπάνω, ο περιορισμός των κρατικών πόρων πρέπει να στρέψει τους δήμους σε άλλες διεξόδους. Τα ευρωπαϊκά και επιδοτούμενα προγράμματα είναι μια σπουδαία πηγή πόρων. Η απορρόφηση όσο το δυνατόν περισσοτέρων κονδυλίων μπορεί να τροφοδοτήσει το έργο της κοινωνικής πολιτικής.

Σπουδαιότερη όμως από οτιδήποτε άλλο είναι η επένδυση στο ανθρώπινο κεφαλαίο. Η αλληλεγγύη και η αλληλοπροσφορά είναι βασικές αξίες της κοινωνικής πολιτικής. Πόσο μάλλον στη νέα κοινωνική πραγματικότητα που βιώνουμε, όπου φαντάζουν σαν τη μόνη λύση. Το κίνημα του εθελοντισμού έχει κατά καιρούς προσφέρει όσα όφειλαν να προσφέρουν οι διοικήσεις τόσο στην κεντρική εξουσία όσο και στην τοπική αυτοδιοίκηση. Οι δήμοι πρέπει να αξιοποιήσουν τη μαζικότητα, την ανιδιοτέλεια και το ομαδικό πνεύμα των εθελοντών ώστε να εφαρμόσουν την κοινωνική πολιτική τους γρήγορα και χωρίς κόστος.

Χωρίς εθελοντές δεν υπάρχει κοινωνική πολιτική.

Σημαντικό ρόλο πρέπει να παίξουν οι συνέργειες εκτός ορίων του δήμου. Οι διαδημοτικές συνεργασίες πρέπει να πάρουν σάρκα και οστά ώστε να επιτευχθεί η εφαρμογή σύνθετων δράσεων κοινωνικής πολιτικής με το χαμηλότερο δυνατόν κόστος.

Επιπλέον τα συμβούλια των δημοτικών κοινοτήτων και τα τοπικά συμβούλια πρέπει να ενταχθούν ενεργά στη στρατηγική για την κοινωνική πολιτική. Αποτελούν ένα εργαλείο στα χέρια των διοικήσεων που μπορεί να συνδράμει καίρια τόσο στην καταγραφή της πραγματικότητας όσο και στην υλοποίηση του σχεδίου δράσης.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να αναφερθώ επιγραμματικά σε μερικές από τις λεγόμενες ευπαθείς κοινωνικές ομάδες:

Α) ΑΜΕΑ: Η κοινωνική μέριμνα για τα άτομα με αναπηρία δε πρέπει να αρχίζει ούτε να εξαντλείται στα «γεύματα αγάπης». Η κοινωνική ενσωμάτωση και η διαβίωση επί ίσοις όροις είναι το ζητούμενο. Με υποδομές προσβάσιμες, με δημιουργία δεξαμενής θέσεων εργασίας, μέσα από την επιμόρφωση και την ανάπτυξη δεξιοτήτων, με προγράμματα ψυχολογικής υποστήριξης των ιδίων και των οικείων τους, μπορούν να γίνουν βήματα ώστε τα άτομα με αναπηρία όχι μόνο να είναι αλλά και να ζουν ως ισότιμοι πολίτες.

Β)ΑΝΕΡΓΟΙ: Η ανεργία είναι ίσως το μεγαλύτερο κοινωνικό πρόβλημα με πολλές παρενέργειες. Η αντιμετώπιση της σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης με χαριστικές παροχές είναι τουλάχιστον υπεκφυγή. Στόχος είναι η επανένταξη των ανέργων στην παραγωγική διαδικασία και προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να κινηθούν οι δήμοι.

Η δημιουργία δεξαμενής θέσεων εργασίας είναι το στοίχημα που πρέπει να κερδισθεί, ειδικά για τις ομάδες που πλήττονται περισσότερο, όπως οι νέοι, οι γυναίκες, τα ΑΜΕΑ, οι απολυμένοι σε ηλικία άνω των 45.

Η παροχή κινήτρων στις τοπικές επιχειρήσεις και τους επαγγελματίες με στόχο την απορρόφηση ανέργων είναι δράση που πρέπει να ενταχθεί στη στρατηγική για την αντιμετώπιση της ανεργίας.

Επιπλέον η δημιουργία εργαστηρίων απασχόλησης μπορεί να εξασφαλίσει επιμόρφωση, εκμάθηση τεχνών, βιοπορισμό, με απώτερο στόχο την εξασφάλιση εργασίας ,την κοινωνική επανένταξη και την ηθική και οικονομική ενίσχυση των ανέργων.

Γ)ΑΣΤΕΓΟΙ: Σημείο των καιρών και εφιάλτης του μέλλοντος. Η εξασφάλιση ενός πιάτου φαγητό και ιματισμού τις κρύες νύχτες του χειμώνα αποτελεί λογοτεχνική αποστροφή παρά λύση στο πρόβλημα. Παράλληλα φαντάζει αδιανόητο, σε μια χώρα που το αίσθημα της αλληλεγγύης είναι πολύ υψηλό και όταν δεκάδες κρατικά κτίρια βρίσκονται σε εγκατάλειψη, να υπάρχουν άνθρωποι στους οποίους έχει καταλυθεί το δικαίωμα της ατομικότητας. Είναι επιτακτική η ανάγκη διασύνδεσης όλων των φορέων ώστε να στεγασθούν τα άτομα που ζουν στο δρόμο και να ενταχθούν ξανά στον παραγωγικό βίο είτε με την παροχή κοινωνικής εργασίας είτε ιδανικά με την απασχόληση επ΄αμοιβη.

Δ)ΑΤΟΜΑ ΑΝΗΜΠΟΡΑ-ΜΟΝΑΧΙΚΑ

Υπάρχουν άνθρωποι που ρημάζουν από τη μοναξιά και την εγκατάλειψη. Άτομα ανήμπορα που δεν μπορούν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους, άτομα εγκαταλελειμμένα που δεν έχουν με ποιον να μιλήσουν. Η τοπική αυτοδιοίκηση πρέπει γκρεμίσει αυτές τις φυλακές του κοινωνικού αποκλεισμού, να συνδράμει τα πρόσωπα αυτά υλικά και ψυχολογικά, να τα ενσωματώσει στην κοινωνία, εξασφαλίζοντας τους το απολεσθέν δικαίωμα της αξιοπρέπειας. Προγράμματα όπως το «Βοήθεια στο Σπίτι» καθώς και συνεργασίες με μονάδες κοινωνικής φροντίδας για περιπτώσεις υψίστης ανάγκης είναι δράσεις σημαντικές για την αποτελεσματικότητα της κοινωνικής πολιτικής για αυτή την ομάδα.

Ε)ΘΥΜΑΤΑ ΚΑΚΟΠΟΙΗΣΗΣ-ΕΝΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΒΙΑΣ

Η τοπική αυτοδιοίκηση πρέπει να ανοίξει τα στοματά, να συνδράμει τα θύματα με ψυχολογική υποστήριξη, νομική αρωγή, ακόμα και υλικά αν υπάρχει ανάγκη. Πρόκειται για τις πιο δύσκολες περιπτώσεις διείσδυσης γιατί ο φόβος, η ντροπή και η επίφαση του στενού συγγενικού δεσμού κάνουν τα θύματα να μην αναζητούν βοήθεια και να καλύπτουν τους θύτες.

Αυτές είναι μερικές μόνο από τις περιπτώσεις ευπαθών ομάδων.

Κοινός παρανομαστής σε όλες τις περιπτώσεις είναι κοινωνική αποξένωση και η περιθωριοποίηση, ενώ αιτούμενο αποτελεί η κοινωνική ενσωμάτωση επί ισοις όροις.

Προς αυτή την κατεύθυνση, πέρα από όλα τα άλλα, είναι σημαντική η «εκπαίδευση» της κοινωνίας μακριά από κριτήρια κοινωνικού ρατσισμού και η εμπέδωση μιας αντίληψης αντιμετώπισης όλων αυτών των συνανθρώπων μας ως ισοτίμων. Σε αυτή την κατεύθυνση έχει γίνει πρόοδος τα τελευταία χρόνια, χρειάζεται όμως μεγαλύτερη προσπάθεια.

Έχουμε συνηθίσει, όταν αναφερόμαστε σε προγράμματα κοινωνικής πολιτικής να εννοούμε ως αποδέκτες τις ευπαθείς ομάδες. Η αλήθεια είναι ότι η κοινωνική πολιτική πρέπει να αναφέρεται σε όλους. Αποστολή της είναι να εξασφαλίζει το «ευ ζην» σε όλα τα μέλη του κοινωνικού συνόλου.

Δυστυχώς η σύγχρονη δεινή πραγματικότητα συγκεκριμενοποιεί την αποστολή ενός προγράμματος κοινωνικής μέριμνας στην εξασφάλιση απλά του «ζην» πολλών συνανθρώπων μας που πλήττονται.

Κόντρα στα σημεία των καιρών

πρέπει η τοπική αυτοδιοίκηση να σταματήσει τα ευχολόγια και να αντιδράσει

να θέσει συγκεκριμένους στόχους κοινωνικής πολιτικής και να οργανωθεί,

ώστε η εξασφάλιση του «ευ ζην» για το σύνολο της κοινωνίας να μην αποτελεί στο μέλλον μια απλά περιττή πολυτέλεια

ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ-ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ

ΕΠΙΚΕΦΑΛΗΣ "ΣΥΜΠΟΛΙΤΕΙΑ ΠΑΠΑΓΟΥ-ΧΟΛΑΡΓΟΥ"